-
1 συναθροισμός
συναθρ-οισμός, ὁ,A collection, union,τῶν λεπτομερῶν σωμάτων Placit.1.24.2
;ὑγρῶν Cass.Pr.80
; opp. μερισμός, Dam.Pr. 412; assembly,πάντων τῶν ζῴων Aesop.242
.II a rhetor. figure, by which dissimilar things were associated, Alex.Fig.p.17 S., Quint. Inst.8.4.27.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > συναθροισμός
-
2 συναθροισμος
См. также в других словарях:
Τσεχία — Συνορεύει στα βόρεια με τη Γερμανία και την Πολωνία, στα νότια με τη Αυστρία και στα νοτιοανατολικά με τη Σλοβακία.Όταν διασπάστηκε η Τσεχοσλοβακία, στη Δημοκρατία της Τσεχίας παρέμειναν το ιστορικό βασίλειο της Βοημίας, η Μοραβία και τμήμα της… … Dictionary of Greek